Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

Σπύρος Σπηρομήλιος (1864-1930), Συνταγματάρχης Χωροφυλακής



Η ανάρτηση αποτελεί αναδημοσίευση από την ομότιτλη ανάρτησή μου στο blog "Λόγος ευθύνης" και είναι αποτέλεσμα διαδικτυακής μου έρευνας 

 Με την ευκαιρία της επετείου της ανακήρυξης της αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου, την 17η Φεβρουαρίου 1914, παρουσιάζουμε μέσα από διαδικτυακές πηγές, ένα βιογραφικό ενός εκ των πρωτεργατών του αγώνα για την απελευθέρωση της Β.Ηπείρου, της «ένωσης» με την μητέρα Ελλάδα και τελικά της προσωρινής αυτονόμησής της. Ο λόγος για τον Σπύρο Σπυρομήλιο(1864-1930) και η παρουσίασή του, πέραν της ιστορικής σημασίας, γίνεται λόγω της ιδιότητάς του ως Αξιωματικού της Ελληνικής ΒασιλικήςΧωροφυλακής. Πέραν της γνωστότερης αυτής παρουσίας του, θα τον συναντήσουμε σε όλους τους αγώνες και τις ιστορικές μάχες της εποχής του, που αποτελούν τη συνέχεια των απελευθερωτικών αγώνων και για την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα, σε μια προσπάθεια η χώρα να θέσει τα όριά της γύρω από τις πατρογονικές εστίες του ελληνισμού. 
  Ο Σπυρομήλιος ο άγνωστος σε πολλούς Έλληνας αγωνιστής της ελευθερίας, αποτελεί παράλληλα και αντιπροσωπευτική περίπτωση της γενικότερης συμμετοχής των ανδρών της Χωροφυλακής στους εθνικούς αγώνες της χώρας μας, επιδεικνύοντας το ίδιο σθένος με όλους όσους αγωνίσθηκαν για την ελευθερία.

   Ο Σπυρομήλιος είναι ένας ήρωας της εποχής, ένας Έλληνας που οραματίζεται και προσπαθεί να κάνει πράξη το όραμα, κόντρα στα πρέπει, τιμώντας το ρόλο του ως Αξιωματικού ενός ενδόξου ενόπλου σώματος, χωρίς όμως να διστάσει και να αρνηθεί εντολές. αφού η κρίση του είχε ως μοχλό την ελευθερία του ελληνισμού. 
    Η ιστορία τον αγκάλιασε, τον ανέδειξε, τον καταχώρισε δίπλα σε άλλες ηρωικές μορφές, όπως του Παύλου Μελά, του Μαζαράκη, του Κώττα κ.ά., η ελληνική πολιτεία όμως με την πάροδο του χρόνου τον αγνόησε, εκτιμώ επιδεικτικά και κινδυνεύει να χαθεί μαζί με το θέμα της Βορείου Ηπείρου. 
  Εμείς όμως έχουμε χρέος να τον αναδείξουμε, να τον συντηρήσουμε στις μνήμες, τουλάχιστον σαν τον δικό μας άνθρωπο, πλάι στους αγωνιστές και τα θύματα του Σώματος,  που η προσφορά του μας κάνει περήφανους.  
      
  Το σύνολο των πληροφοριών, που συνδέθηκαν χρονολογικά, προέρχεται από διαδικτυακές πηγές, οι οποίες αναφέρονται στο τέλος.


Λίγα λόγια για την αυτονόμηση της Βορείου Ηπείρου


Στις 13 Φεβρουαρίου 1914, η Πανηπειρωτική Συνέλευση (σώμα που αποτελούνταν από εκπροσώπους της περιοχής), αποφάσισε ότι εφόσον δεν επιτεύχθηκε η ένωση με την Ελλάδα θα δέχονταν μόνο τοπική αυτονομία. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάληψης της περιοχής από αλβανικά σώματα ενόπλων ατάκτων και να προστατευθεί ο πληθυσμός της περιοχής, ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος, (πρώην υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας με καταγωγή από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου) ανακήρυξε την «Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου» στο Αργυρόκαστρο, στις 17 Φεβρουαρίου 1914.

Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος της προσωρινής κυβέρνησης θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν: πρώτη είσοδος του ελληνικού στρατού στη Βόρεια Ήπειρο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αποχώρηση του ελληνικού στρατού.

Όπως επίσης και τα γεγονότα που ακολούθησαν: συγκρούσεις μεταξύ Βορειοηπειρωτών με αλβανικά ένοπλα σώματα, η υπογραφή Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εθνικός Διχασμός, οι πολεμικές περιπέτειες τις Ελλάδας μέχρι το 1922 καθώς και όλο τα διπλωματικό παρασκήνιο που επιδίκασε οριστικά στην Αλβανία την περιοχή (1924).

Η εξέγερση στην Βόρειο Ήπειρο δεν προέρχονταν ούτε υποστηρίζονταν από την ελληνική κυβέρνηση, συναισθηματικά μόνο συμπαραστέκονταν στους Βορειοηπειρώτες. Η θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου ήταν ιδιαίτερα δύσκολη στο θέμα, καθώς έπρεπε να εγκαταλείψει τους ελληνικούς πληθυσμούς στις διαθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων χωρίς να εξασφαλίσει καμία εγγύηση για την ασφάλειά τους.

Στις 9 Μαρτίου ο ελληνικός στόλος απέκλεισε το λιμάνι των Αγίων Σαράντα και τις επόμενες μέρες απαγόρεψε διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ του βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Αυτές οι ενέργειες είχαν ως σκοπό να πείσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις ότι η Ελλάδα τηρεί αυστηρή στάση και δεν συμμετέχει σε καμία περίπτωση στο αυτονομιστικό κίνημα στη Βόρεια Ήπειρο.



Σπύρος Σπυρομήλιος  - Καταγωγή – προέλευση επωνύμου

Τα μέχρι σήμερα στοιχεία δείχνουν πως πρόκειται για Χειμαρριώτικη φαμίλια, που έδωσε μέχρι τα νεώτερα χρόνια αγωνιστές σε όλες τις μάχες της Ελλάδας.

Αρχηγέτης της οικογενείας των αγωνιστών Μιλέων ή Μίλιων (Μήλιων) φέρεται με τα μέχρι τώρα στοιχεία ο Ιωάννης Σπύρου, της οικογενείας των Σπυράδων όπως τούς αποκαλούσαν. Άνδρας πεπαιδευμένος και ευγενών φρονημάτων. Έζησε απολαμβάνων τιμές από τούς κατοίκους της Νεαπόλεως της Ιταλίας, αφού εκεί χρημάτισε στρατηγός επί μία τεσσαρακονταετία δίδοντας λαμπρά δείγματα ανδρείας!

Το επώνυμο Σπυρομήλιος είναι σύνθετο και προήλθε από το όνομα Σπύρος ή Σπύρου και το πατρωνυμικό Μίλιος (Μιχαήλ Μιχαήλος Μίλιος)

Ο Στρατηγός Σπυρίδων Σπυρομήλιος (1800-1880)
Είναι γνωστό ότι στην Ήπειρο και σε τμήμα της Μακεδονίας, όπως και στην Κύπρο, αντί επωνύμου τα παιδιά έφεραν το όνομα τού πατέρα. Έτσι ξεκίνησε και ο αγωνιστής τού 1821 και μετέπειτα αντιστράτηγος τού Ελληνικού Στρατού Σπυρίδων Μίλιος (1800-1880). Ήταν γιός του Μιχαήλ και της Μαρίας, το γένος Ανδρέα Βάρφη. Σπύρος Μίλιος ή Μήλιος εγράφετο ο αγωνιστής της Επαναστάσεως στην Στρατιωτική Επετηρίδα και γενικότερα στον δημόσιο βίο του.
Επειδή στην ομιλία το Σπύρος Μίλιος προεφέρετο ως ένα, Σπυρομίλιος, ο υιός του, πρώτος το χρησιμοποίησε ως επώνυμο. Τα άλλα αδέλφια του αγωνιστού τού 1821 ονομάζονταν Ζάχος Μίλιος, Νικόλαος Μίλιος καί Γιαννάκης Μίλιος. 
Ο τελευταίος απέκτησε υιό τον Μιχαήλ και παιδί αυτού ήταν ο Σπύρος Μίλιος (1864-1930), Αξιωματικός της Χωροφυλακής. Τιμώντας την μνήμη του μεγάλου θείου του, προσέλαβε μόνος του το επώνυμο Σπυρομίλιος, διότι και ο ίδιος ονομάζετο Σπύρος. Οι λοιποί Μίλιοι, μετά από αυτόν, προσέλαβαν πλέον ως επίθετο το Σπυρομίλιος.
Ιδιαίτερο  είναι το ενδιαφέρον και για την γραφή τού ονόματος Σπυρομίλιος ή Σπυρομήλιος. Τα μέλη της οικογενείας χρησιμοποιούσαν την γραφή με ι (γιώτα). Με αυτήν την γραφή συναντάμε τον Ιωάννη Σπυρομίλιο τού Μιχαήλ πού απεβίωσε το 1928 καθώς και άλλα μέλη της οικογενείας (τον Μιχαήλ, τον Ηρακλή και τον Αίαντα, όλα παιδιά τού προαναφερθέντος Ιωάννου και τα αδέλφια του Σπυρίδωνα, Νικόλαο καί Μιλτιάδη.) Αλλά και με την ίδια γραφή βρίσκουμε να καταγράφεται και ο Σπυρίδων όταν έφυγε από τη ζωή το 1930. Εξ άλλου, ο αρχηγός της Χειμάρρας με το Σπυρομίλιος υπέγραφε δημοσίως κείμενά του. Όταν νοσηλεύθηκε στον Ευαγγελισμό κτυπημένος και αυτός από την επιδημία τού δάγκειου (1928) έγραφε επιστολή ευχαριστών τούς ιατρούς τού Ευαγγελισμού για τις φροντίδες του και υπέγραφε ως «Σ. Σπυρομίλιος, Συνταγματάρχης, Αρχηγός Χειμάρρας».
Τό ίδιο ίσχυσε και με τα αγγελτήρια της κηδείας του, όπου ανεγράφετο ως «Σπυρομίλιος». Η σχετική σύγχυση και η διπλή χρήση με ι και η ξεκίνησε από την εποχή του αγωνιστού της Εθνεγερσίας Σπύρου Σπυρομήλιου, ο οποίος καταγράφεται σε υπηρεσιακά, επίσημα και ανεπίσημα έγγραφα και με τις δύο εκδοχές. Η ορθή εκδοχή είναι με ι, Σπυρομίλιος δηλαδή, αφού ο πατέρας από τον οποίο προήλθε το δεύτερο συνθετικό ονομάζετο Μίλιος (Μιχάλης). Ωστόσο οφείλουμε να αποδεχθούμε την εκδοχή πού καθιερώθηκε στην κοινή συνείδηση και φαίνεται πώς απεδέχθη η οικογένεια στα νεώτερα χρόνια. Όσο για την δημοφιλή Στοά Σπυρομήλιου έλαβε το όνομά της προκειμένου να τιμηθεί ο αγωνιστής τού 1821 Σπύρος Σπυρομήλιος, ο οποίος ήταν ο ιδρυτής τού Μετοχικού Ταμείου Στρατού πού είναι ο ιδιοκτήτης τού οικοδομικού συγκροτήματος στο οποίο ανήκει η Στοά.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Σπυρομήλιος γεννήθηκε το 1864 στη Θήβα ή - σύμφωνα με άλλη εκδοχή - στη Χειμάρρα. Αρχικά πραγματοποίησε τις σπουδές του στο Γυμνάσιο, πιθανότατα στην Αθήνα, και αργότερα εισήχθη στη Ναυτική Σχολή Κεφαλληνίας μέσω της οποίας πραγματοποίησε ταξίδια σε αρκετά ευρωπαϊκά λιμάνια. Έπειτα επέστρεψε στην Αθήνα με πρόθεση να σπουδάσει στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, δεν έγινε όμως δεκτός διότι είχε ξεπεράσει το δέκατο ένατο έτος της ηλικίας του. Τότε, έπειτα από προτροπή του συγγενή του και μεράρχου χωροφυλακής, Ιωάννη Σπυρομήλιου, κατετάγη το 1883 στο σώμα και σύντομα εξελίχθηκε σε αξιωματικό.

Εθνική Εταιρεία και Πόλεμος του 1897

Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρείας. Μάλιστα κατά τον Πόλεμο του 1897, έπειτα από έντονη επιθυμία του, στάλθηκε από την οργάνωση ως επικεφαλής εθελοντικού σώματος στις επιχειρήσεις του μετώπου της, οθωμανικής τότε, Ηπείρου. Συγκεκριμένα, ως αρχηγός δύναμης 67 χωροφυλάκων συμμετείχε στην απόβαση της Ηπειρωτικής Φάλαγγας του Μ. Μπότσαρη στην Νικόπολη Πρεβέζης και στις εκεί διεξαχθείσες μάχες καταφέρνοντας να κερδίσει τα θετικά σχόλια των ηγητόρων της Εθνικής Εταιρείας, των αξιωματικών του στρατού με τους οποίους συνεργάστηκε, αλλά και των ξένων ανταποκριτών. Αργότερα του ανατέθηκε από την οργάνωση η περίθαλψη των προσφύγων από την Κρήτη.

Στον Μακεδονικό Αγώνα

Ο Σπυρομήλιος ως Μακεδονομάχος
Όντας εκείνη την περίοδο Υπομοίραρχος, ο Σπυρομήλιος συμμετείχε από πολύ νωρίς στο «Μακεδονικό Κομιτάτο» επιτυγχάνοντας αρχικά την στρατολόγηση αρκετών Κρητικών ενώ τον Σεπτέμβριο του 1904, από κοινού με άλλους αξιωματικούς τοποθετήθηκε από τον τότε Αρχηγό της Χωροφυλακής στο ελληνικό γενικό προξενείο Θεσσαλονίκης ως κλητήρας ή ειδικός γραφέας με το ψευδώνυμο Σουρής. Τόσο ο ίδιος όσο και οι υπόλοιποι αξιωματικοί επωμίστηκαν την οργάνωση επιτροπών αγώνα στις πόλεις και στην ύπαιθρο της Μακεδονίας, τον ορισμό πληροφοριοδοτών, μεταφορέων κλπ, την παραλαβή και την διανομή του οπλισμού όπως και τη διενέργεια ομιλιών προς τόνωση του εθνικού φρονήματος των ελληνικών πληθυσμών. Αργότερα, ανέλαβε τον συντονισμό του σώματος των Κρητικών Κατσίγαρη και Παπαμαλέκου που δρούσαν στην περιοχή του Κιλκίς όπως και την έγκαιρη μισθοδοσία των ενόπλων καθώς και όσα ζητήματα προέκυπταν από τη δράση τους.

Τον Ιανουάριο του 1905, ο Σπυρομήλιος και οι υπόλοιποι αξιωματικοί, αναχώρησαν για την Ελλάδα με σκοπό να οργανώσουν νέα ένοπλα σώματα και την 28η Απριλίου, φέροντας το ψευδώνυμο Αθάλης Μπούας, αποβιβάστηκε στις ακτές της Πιερίας ηγούμενος ομάδας 35 ενόπλων (25 εξ’ αυτών Χωροφύλακες) και κινήθηκε από κοινού με το ισάριθμο σώμα του Κωνσταντίνου Μαζαράκη προς τα Πιέρια Όρη.

 Στις 5 Μαΐου τα δύο ένοπλα σώματα καθώς και το ολιγάριθμο του Κατσίγαρη, έδωσαν μάχη με οθωμανικές δυνάμεις στο χωριό Σιαμπανίτσα με αποτέλεσμα των τραυματισμό τεσσάρων ανταρτών. Λίγες ημέρες αργότερα, οι δύο ομάδες χωρίστηκαν και το σώμα του Σπυρομήλιου (στο οποίο είχε προσκολληθεί και αυτό του Κατσίγαρη) κατευθύνθηκε προς τον τομέα ευθύνης του που ήταν κυρίως η Αριδαία και οι Πρόμαχοι Πέλλας και δευτερευόντως το Μορίχοβο και το Πάικο.

Η κίνηση όμως του σώματος έγινε αντιληπτή από Βούλγαρους κατοίκους του χωριού Πάτημα ή Πατατσί, έτσι, την ίδια νύχτα, κατέφθασαν στο σημείο πολυάριθμες ομάδες κομιτατζήδων και ξέσπασε μάχη κατά την οποία ο Σπυρομήλιος τραυματίστηκε στο αριστερό πόδι με αποτέλεσμα να διακομιστεί από τους άνδρες του σε οικία στο Βλάδοβο ενώ αργότερα νοσηλεύτηκε για τρεις ή τέσσερις μήνες στην Νάουσα. Μετά την αποθεραπεία του επέστρεψε στην Αθήνα. Ενδιάμεσα, οι περισσότεροι από τους άνδρες του προσχώρησαν στο σώμα του Εμμανουήλ Κατσίγαρη.

Το πορτραίτο του στο Μουσείο 
Μακεδονικού Αγώνα, στη Θεσσαλονίκη
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Μακεδονία φέρεται να συμμετείχε σε "έγκλημα κατά αμάχων". Σύμφωνα με αφήγησή του στην Πηνελόπη Δέλτα, η ένοπλη ομάδα της οποίας ηγούνταν μαζί με τον Κωνσταντίνο Μαζαράκη αιχμαλώτισε γύρω στους 100 Βούλγαρους άοπλους υλοτόμους στον Αλιάκμονα, τους οποίους και διέταξε να εκτελεστούν με πνιγμό. Σύμφωνα με τον Σπυρομήλιο τις επόμενες μέρες ξεβράστηκαν 86 πτώματα, ενώ ο Μαζαράκης στα απομνημονεύματα του αναφέρει 7 και στα ημερολόγιά του 13. Επίσης, ο Μαζαράκης στα απομνημονεύματα του αναφέρει πως η εκτέλεση έγινε από τον Κώστα Γαρέφη με δική του εντολή, ενώ στα ημερολόγια του αφηγείται πως την ανέλαβε ο ίδιος. Σε διάφορα βιβλία περί του Μακεδονικού Αγώνα, οι συγκεκριμένοι υλοτόμοι αναφέρονται ως πληροφοριοδότες του Βουλγαρικού Κομιτάτου. Επιπλέον, στην ίδια αφήγηση προς τη Δέλτα, ο Σπυρομήλιος αναφέρει πως μετά την ανεύρεση των πτωμάτων, περίπου 700 Βούλγαροι καρβουνιάρηδες που εργάζονταν στην περιοχή αποχώρησαν εσπευσμένα προς το Μοναστήρι.

Ηπειρωτική Εταιρεία και Κίνημα στο Γουδί

Το 1906 ο Σπυρομήλιος έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της «Ηπειρωτικής

Εταιρείας», οργάνωσης που υπό την ηγεσία του Παναγιώτη Δαγκλή είχε σκοπό να ετοιμάσει τις συνθήκες για την απελευθέρωση της περιοχής της Ηπείρου. Μάλιστα απετέλεσε από κοινού με τον Κωνσταντίνο Μελά - με τον οποίο όμως είχε αρκετές διαφωνίες - τον στενότερο συνεργάτη του Δαγκλή, ο οποίος τον θεωρούσε δραστήριο αλλά και ατίθασο. Σύμφωνα με μια εκδοχή, στον Σπυρομήλιο οφείλεται η ανάδειξη του αντάρτικου σώματος του Πουτέτση στην περιοχή της Ηπείρου. Παράλληλα, τον Ιούνιο του 1910 συνέταξε υπόμνημα περί μελλοντικών αντάρτικων επιχειρήσεων στην Ήπειρο το οποίο επιδοκιμάστηκε από τον Δαγκλή.

Το 1909 όντας τότε μοίραρχος είχε ενεργή συμμετοχή στο στρατιωτικό Κίνημα στο Γουδί καθώς ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Μάλιστα, ενώ λίγες ημέρες πριν την εκδήλωση του κινήματος διεξαγόταν ανάκριση σε βάρος του εξαιτίας επιστολής του στην οποία καταφερόταν εναντίον ανωτέρου του, έπειτα από τη νέα κατάσταση, συμμετείχε σε τριμελή επιτροπή του Υπουργείου Στρατιωτικών που θα κατάρτιζε νομοσχέδιο για την αναδιοργάνωση της χωροφυλακής. Αργότερα συνδέθηκε προσωπικά με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και εξελέγη βουλευτής Άρτας.

Στους Βαλκανικούς Πολέμους

Στη Χειμάρρα
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, τέθηκε επικεφαλής σώματος εθελοντών και απελευθέρωσε αρχικά την πόλη των Φιλιατών, αναχαιτίζοντας στη συνέχεια τα ένοπλα σώματα Οθωμανών ατάκτων που επιχείρησαν να την ανακαταλάβουν. Στις 5 Νοεμβρίου 1912, του δόθηκε εντολή, από την Κέρκυρα όπου βρίσκονταν, να αποβιβαστεί στην Χειμάρρα. Η δύναμη που είχε στην διάθεσή του ήταν σχετικά μικρή: 200 εθελοντές κυρίως Χειμαρριώτες και Κρητικοί (οι οποίοι είχαν αρχηγούς τους Γαλερό και Πολυξίγκη). Η απόβαση, που είχε και την υποστήριξη του πολεμικού «Αχελώος», δεν συνάντησε καμία ουσιαστική δυσκολία και είχε πλήρη επιτυχία.

Την επόμενη ημέρα στο κίνημα του Σπυρομήλιου εντάχθηκαν τα γειτονικά χωριά Δρυμάδες, Πόρτο Παλέρμο, Βουνό, Πήλιουρη, Κηπαρό και Κούδεσι όπου εγκαταστάθηκαν νέες τοπικές αρχές διορισμένες από τον ίδιο, ενώ οι δυνάμεις του αποσπάσματός του προωθήθηκαν μέχρι το στενό του Λογαρά. Παράλληλα, με προκήρυξή του κάλεσε τους Αλβανούς της ευρύτερης περιοχής σε σύμπραξη, υποσχόμενος τον σεβασμό των δικαιωμάτων τους εντός μίας μελλοντικής ελληνικής επικράτειας. Καθώς δεν επιτεύχθηκε ουσιαστική προσέγγιση, ακολούθησαν συγκρούσεις με Αλβανούς ένοπλους στην ευρύτερη περιοχή, με κυριότερη αυτή στο Κούτσι, στις 18 Νοεμβρίου.

Ο Σπυρομήλιος διατήρησε τη διοίκηση του τοπικού εθελοντικού αποσπάσματος των ελληνικών δυνάμεων Χειμάρρας, τα οποία κατά τα τέλη Δεκεμβρίου του 1912 απέκρουσαν τις επιθέσεις των Αλβανών ενόπλων σε Παλάσσα και Πήλιουρη εδραιώνοντας την ελληνική κυριαρχία στην περιοχή. Μετά την αποτυχημένη ελληνική απόβαση στους Αγίους Σαράντα, αρνήθηκε να εκτελέσει διαταγή εκκένωσης της Χειμάρρας από τις ελληνικές δυνάμεις και τον άμαχο πληθυσμό της, καθώς υπήρχε πληροφορία για μαζική επίθεση από την αλβανική πλευρά και την πιθανότητα επακόλουθων σφαγών εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Κατάφερε όμως να παραμείνει και να διατηρήσει ανέπαφο το συγκεκριμένο προγεφύρωμα μέχρι τις αρχές του 1913 όταν κατέφθασαν στην Χειμάρρα τμήματα του τακτικού ελληνικού στρατού. Τότε ο Σπυρομήλιος πρότεινε στον Ελευθέριο Βενιζέλο να του επιτρέψει να κινηθεί προς την Αυλώνα, όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός απαγόρευσε με τηλεγράφημά του οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια τόσο στον Σπυρομήλιο όσο και στον Διάδοχο Κωνσταντίνο διότι δεν επιθυμούσε όξυνση των σχέσεων με την Ιταλία.

Βορειοηπειρωτικός Αγώνας

Ως αρχηγός Χειμάρρας
Με το πέρας τον Βαλκανικών Πολέμων η Ελλάδα υποχρεώθηκε βάσει συνθηκών να αποσύρει τον στρατό της από την περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Από την πλευρά του ο Σπυρομήλιος, τον Ιανουάριο του 1914 έστειλε τηλεγράφημα διαμαρτυρίας στην ελληνική κυβέρνηση τονίζοντας την έντονη δυσαρέσκεια της ελληνικής μειονότητας για την απόφαση να αποσυρθούν οι ελληνικές δυνάμεις από την περιοχή. Περαιτέρω, στις 9 Φεβρουαρίου 1914, αρνήθηκε να αποχωρήσει από τη Χειμάρρα με αποτέλεσμα ο στρατηγός Παπούλας να διατάξει τη σύλληψή του. Την ίδια ημέρα ο Σπυρομήλιος ενημέρωσε με κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα τους Μητροπολίτες Βασίλειο Δρυϊνουπόλεως και Σπυρίδωνα Βελλάς και Κονίτσης για την πρόθεσή του να κηρύξει την αυτονομία της Χειμάρρας και τους κάλεσε να πράξουν το ίδιο στις περιοχές τους, γεγονός που συνέβη στις 10 Φεβρουαρίου. Έπειτα προσχώρησε στην προσωρινή Κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου που ορίστηκε στο Αργυρόκαστρο την 17 Φεβρουαρίου 1914, ως γενικός αρχηγός Χειμάρρας. Κατά την περίοδο Μαρτίου - Απριλίου, οι άνδρες του Σπυρομήλιου έδωσαν σκληρές μάχες με αλβανικές δυνάμεις σε Βουνό, Πήλιουρη, Κούδεσι κλπ, με τη σημαντικότερη να διεξάγεται την 9η Απριλίου στην Πήλιουρη. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, κατά τη διάρκεια συγκρούσεων οι δυνάμεις του Σπυρομήλιου πυρπόλησαν τα αλβανικά χωριά Μπόρσι, Κούτσι και Λαΐφι.

Ο ίδιος εξελέγη στις εκλογές του Μαϊου του 1915 βουλευτής Αργυροκάστρου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα. Την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1916 - 1917) η περιοχή της Χειμάρρας όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Βορείου Ηπείρου (πλην της Κορυτσάς που πέρασε προσωρινά στον έλεγχο του κινήματος Εθνικής Άμυνας του Ελευθερίου Βενιζέλου και κατέληξε στον έλεγχο των Γάλλων) κατελήφθη από τον ιταλικό στρατό και ο Σπυρομήλιος κατέφυγε στην Αθήνα. Τον αυτονομιστικό αγώνα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Χειμάρρα, συνέχισε ο αδελφός του Νίκος Σπυρομήλιος. Στις 20 Απριλίου 1926, αποστρατεύτηκε, συνεπεία των τραυμάτων που είχε αποκομίσει από τις μάχες, με το βαθμό του συνταγματάρχη και τέθηκε τιμητικά σε διαθεσιμότητα. Το σπίτι (αρχοντικό) της οικογένειας Σπυρομήλιου, αποτελεί ένα από τα αξιοθέατα της παλιάς πόλης της Χειμάρρας, αν και εγκαταλειμμένο σήμερα.

Θάνατος

Ο Σπυρομήλιος απεβίωσε στις 19 Μαΐου του 1930 στην Αθήνα όπου και κηδεύτηκε με κάθε επισημότητα παρουσία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και πλήθους πολιτικών, στρατιωτικών και κόσμου. Στη διαθήκη του, εξέφρασε ως τελευταία επιθυμία να ταφεί στη Χειμάρρα, πράγμα το οποίο όμως δεν έγινε εφικτό καθώς η αλβανική κυβέρνηση απέρριψε το αίτημα της ελληνικής πλευράς, φοβούμενη τυχόν επεισόδια κατά τη μεταφορά της σορού του Σπυρομήλιου στην πόλη.

Την ημέρα της ανακήρυξης της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου



Η επιστολή στον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο:





















Ακολουθούν κείμενα που συμπληρώνουν την εικόνα του αγωνιστή αλλά και του ιστορικού πλαισίου



Απόσπασμα επιστολής στον στρατηγό Κων. Μαζαράκη

Ἡ Πόλη δὲν ἦτο ὂνειρον διότι τὴν εἲδομεν !
Ὁ Εὒξεινος καὶ τὰ Ἀκροκεραύνια ἦσαν σύνορά μας καὶ οἱ ὀλίγοι Ἓλληνες τὰ ἐπίστευσαν.
Τουναντίον ἀτυχῶς οἱ πολλοὶ τῶν ἐλευθέρων Ἑλλήνων ἐζαλίσθησαν καὶ ἒπεσαν εἰς τίς κάλπες καὶ τὶς δουλίτσες των.
Κύριος οἶδε πότε πλέον ὁ Θεός θὰ συγχωρήσῃ τοιαῦτα ἐγκλήματα !


Ο Σπυρομήλιος στη σύσκεψη των αρχηγών:

«Αν δεν έχομεν όπλα, θα έχωµεν τσεκούρια, δόντια και νύχια. Εγώ πάντως μοναχός µε τους Χειμαρραίους θα πολεμήσω και θα νικήσω!» 




5 Νοεμβρίου 1912: «Η απελευθέρωση της Χειμάρρας, και η ιστορική προκήρυξη του Σπυρομήλιου»

 «Προς Χειμαρριώτας
Χειμαρριώται!
Καταλαμβάνων εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄ και της Ελληνικής Κυβερνήσεως την Επαρχίαν Χειμάρρας, κηρύσσω αυτήν ελευθέραν ως αναπόσπαστον τμήμα της μίας και αδιαιρέτου μεγάλης Ελληνικής Πατρίδος.
Πληρούται ούτω ο πόθος πολλών γενεών αίτινες επότισαν την γην ταύτην με το αίμα των και προσέφερον εις την πατρίδα τας μεγαλυτέρας των θυσιών.
Φέρων μεταξύ Υμών τα αγαθά της ελευθερίας, της νομίμου τάξεως και ισοπολιτείας, τρέφω την αδιάσειστον ελπίδα ότι λησμονούντες το πικρόν παρελθόν θέλετε τηρήσει απέναντι των γειτόνων υμών Μουσουλμάνων την αξιοπρεπή εκείνην στάσιν ην υπαγορεύουσιν οι νόμοι του Ελληνικού Κράτους και τα αισθήματα λαού ανδρείου και ευγενούς ως υπήρξε πάντοτε ο ελληνικός λαός.
Η υπερτάτη δύναμις ήτις ιθύνει τας τύχας της ανθρωπότητος, εν τη ατελευτήτω αυτής ευσπλαχνία ηυδόκησεν ίνα τεθή σήμερον τέρμα εις τα μακραίωνα υμών δεινά και δωρήση εις Υμάς ότι επόθησαν όλοι οι γίγαντες εκείνοι οίτινες εις τον βωμόν της πατρίδος προσέφεραν θυσίαν ευπρόσδεκτον και περικαλλή, την πολύτιμον και άληστον αυτών ύπαρξιν.
Ο Ελληνικός Στρατός φέρει προς υμάς ουχί τον τρόμον του κατακτητού αλλά το χάρμα της ελευθερίας και την ένωσιν υμών μετά των λοιπών μελών της Ελληνικής οικογενείας, ίνα του λοιπού με τους αυτούς παλμούς και αγάπην περιβάλλεται την ταλαιπωρηθείσαν πατρίδα μας και με ενιαίαν εθνική ψυχή δοξάσητε τον δοτήρα παντός αγαθού προ του οποίου σήμερον εν συντριβή και ικεσία κλίνει ευγνωμονούσα και γόνυ και αυχένα ολόκληρος η Ελληνική φυλή.

9 Φεβρουαρίου 1914: Ο Σπύρος Σπυρομήλιος κηρύττει την αυτονομία της Χειμάρρας
Οι Βορειοηπειρώτες από καιρό διαισθάνονταν, μαθαίνοντας και τις διεθνείς εξελίξεις ότι οι «Μεγάλοι» της εποχής τους επιφύλασσαν δυσάρεστες εκπλήξεις. Η «Μητέρα Ελλάδα» ήταν φανερό, δεν μπορούσε να βοηθήσει. Αυτό, το οποίο έμενε ήταν να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους. Να πολεμήσουν δηλαδή, ουσιαστικά εναντίον όλων. Άρχισαν λοιπόν να σχηματίζονται στρατιωτικά τμήματα, οι λεγόμενοι «Ιεροί Λόχοι» και να οργανώνονται οι υπηρεσίες επιμελητείας. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, αφού ούτε και το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να προσφέρει επισήμως βοήθεια. Πολλοί ήταν εκείνοι, και όχι άδικα ίσως, οι οποίοι συνέστηναν υπομονή και αυτοσυγκράτηση, μήπως και έλθουν καλύτερες ημέρες. Μεταξύ αυτών και ο μετέπειτα πολιτικός ηγέτης της Αυτόνομης Βορείου Ηπείρου Γεώργιος Ζωγράφος.

Όμως όπως είπε και ο Σπυρομήλιος σε σύσκεψη των παραγόντων της μαρτυρικής περιοχής:
«Πρέπει να ξέρετε αδελφοί ότι η λογική δεν συμβαδίζει µε τας επαναστάσεις. Εάν έπαιρναν έτσι τα πράγματα και οι Πατέρες µας, ουδέποτε θα έπαιρναν τα άρματα, ούτε και το 1821 ακόμα για να κτυπήσουν τους Τούρκους. Το ίδιο και ο Κουντουριώτης. Εάν συζητούσε µε τον εαυτό του τα υπέρ και τα κατά και μετρούσε πόσα είναι τα καράβια του και πόσα των Τούρκων στα Στενά, δεν θα είχαμε τον θρίαμβο της 'Έλλης.
Λέτε και ίσως να έχετε δίκιο, ότι τα όπλα που διαθέτομεν δεν είναι αρκετά. Μη ξεχνάτε όμως πως κοντά µας είναι αι αποθήκαι του Ελληνικού Στρατού, θα πάμε να τα πάρωμεν. Εάν µας κτυπήσουν, θα δεχθούμε και το αδελφικό βόλι, µια φορά θα τα πάρωμεν.
Κατόπιν λέτε πως χρειάζεται επιμελητεία, να όλος ο κάμπος είναι δικός µας και από αυτόν μπορούμε να έχωμεν ότι θέλοµεν, άλλωστε τα βουνά είναι γεμάτα κοπάδια. Θα φθάσουν να µας θρέψουν κι αν πάλι δεν µας φθάσουν, ας θυμηθούμε τους προγόνους µας στο Μεσολόγγι, που τρώγανε γάτες και ποντικούς.
Δεν χωρεί αδέλφια δισταγμός και να ζήσωμεν θα μπορέσουμεν και να πολεµήσωµεν θα κατωρθώσωµεν, ακόμη και στην περίπτωση που δεν έχομεν πολλά όπλα, θα έχωµεν τσεκούρια, δόντια και νύχια. Εγώ πάντως μοναχός µε τους Χειμαρραίους θα πολεμήσω και θα νικήσω».

Τα λόγια του φλογερού Έλληνα συνεπήραν και τους υπόλοιπους. Έτσι στις 17 Φεβρουαρίου 1914 ανακηρύχθηκε η Αυτόνομη Βορειοηπειρωτική Πολιτεία.
Από τις 9 Φεβρουαρίου πάντως, ο Σπυρομήλιος, επιστρέφοντας στην Χειµάρρα είχε υψώσει την Σημαία της Ανεξαρτησίας. Οι ξένοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι ευρίσκονταν στην περιοχή δεν επίστευαν στα µάτια τους. Όλη την Βόρειο Ήπειρο συνέπαιρνε ένας ιερός ενθουσιασμός. Όλοι οι άνδρες, που μπορούσαν να κρατήσουν όπλο θα έτασσαν τους εαυτούς τους στην διάθεση της πατρίδας, αλλά και οι γυναίκες δεν θα έμεναν πίσω. Ο σκοπός ήταν ιερός και η προσπάθεια τιτάνια. Κανείς δεν περίσσευε. Τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν τον ενθουσιασμό στην ελεύθερη Ελλάδα. Ενθουσιασμός, που πολύ γλαφυρά αποτυπώνεται στο συγκλονιστικό ποίημα του Κωστή Παλαμά «Χειμάρρα - Οι Λύκοι».


Χειμάρρα, ολόρθη! Οι λύκοι.
Τέλος να πήρε ο πόλεμος; Άλλος δεν είναι αγώνας; 
Ελλήνων ιεροί λόχοι, για ύπνο βαρύ σας δέχτηκε της δόξας ο λιμιώνας; 
Η δάφνη αμάραντη; ─ Όχι!
Λαλούμενα ξενύχτηδων. Σωπάτε, χαροκόποι! 
─Ω σπαθωτή κιθάρα τυρταία, φόρεσε πύρινη, μπροστά στην κρύαν Ευρώπη
 κορώνα τη Χειμάρρα!
Στα χειμαρριώτικα βουνά ροβόλα, τα τουφέκια τ’ άγρια συντρόφεψέ τα, 
με της πατρίδας την ψυχή και με τ’ αστροπελέκια την άγια γη χαιρέτα.
Στους ξέγνοιαστους αλίμονο! Τους πρέπει να είναι δούλοι, 
στον άρπαγα, τρομάρα! Η Ελλάδα πού; Στην Ήπειρο. Δόξα στο Κακοσούλι, 
Νίκη σ’ εσέ, Χειμάρρα! 
Τα Γιάννενα ονειρεύονται, η Κρήτη ξαποσταίνει, 
βουβή η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα ξεφαντώνει….
Ποιος βογγάει σα να πεθαίνει; 

 ─Χειμάρρα, ολόρθη! Οι λύκοι.
Κωστής Παλαμάς 14 Φλεβάρη 1914 



9 Φεβρουαρίου 1914: Ο Ταγματάρχης Σπύρος Σπυρομήλιος 
κηρύσσει την Χειμάρρα Αυτόνομη

Tο τηλεγράφημα του Σπυρομήλιου στους Μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο και Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνα:
«Χειμάρρα 9-2-1914, Προς Πρόεδρον Συνελεύσεως. Στρατηγός (σ.σ. Αναστάσιος Παπούλας) έρχεται Αργυρόκαστρον αύριον εξ Ιωαννίνων όπως φυλακίσει υμάς STOP. Έδωσεν διαταγήν συλλήψεως και ματαιώσεως ανταρσίας STOP. Εκκένωσις αρχίζει εκ Κορυτσάς 16 (σ.σ. Φεβρουαρίου) STOP. Αύριο πρωί κηρύξατε αυτονομίαν. Πράττω ίδιος. Σπυρομήλιος».

Στις 9 Φεβρουαρίου 1914 ο ταγματάρχης Σπύρος Σπυρομήλιος καταλύει τις ελληνικές αρχές και κηρύσσει την Χειμάρρα αυτόνομη, εκδίδοντας την εξής ιστορική προκήρυξη:
           
 «Όταν παν ιερόν και όσιον ποδοπατείται, όταν ο πολιτισμός του 20ου αιώνος μετατρέπεται σε αγριότητα προϊστορικών εποχών και η δουλεμπορία ανυψούται εις έργον φιλάνθρωπον, μόνον και μόνον δια να εξυπηρετηθώσι συμφέροντα και επιβληθή η βία των ισχυρών, οι λαοί οι υφιστάμενοι τοιαύτην κατάπτυστον αδικίαν είναι κύριον να προτιμήσωσιν τον θάνατον.
Η Ήπειρος, Ελληνική από αρχαιοτάτης εποχής, η Ήπειρος από έτους ηνωμένη μετά του Ελληνικού κράτους, η Ήπειρος πωλείται ως δούλη εις τους Τουρκαλβανούς, οίτινες δεν γνωρίζουσι ούτε δύνανται να προσδιωρίσωσι την εθνικότητα των και οι οποίοι σήμερον εξαπατώνται ίνα γίνωσι, μετ’ ολίγον, υποχείριον, ομού με τους Ηπειρώτας εις τας αρπακτικάς διαθέσεις των ισχυρών.
Η Ήπειρος διαμαρτύρεται και κηρύσσει ότι δεν ανέχεται τοιαύτην δουλεία και αν η Μητέρα Ελλάδα δεν δύναται να την υπερασπίση ούτε θα υποδουλωθεί πάλιν ούτε τον εθνισμό της σκέπτεται να απωλέση.
Δεν ενωνόμεθα με την Ελλάδα; Δεν θα αποτελέσωμεν όμως και τμήμα του αλβανικού Βασιλείου. Θα μείνωμεν Έλληνες έχοντες την θρησκείαν, τα γράμματα και την γλώσσα των πατέρων μας.
Εν ονόματι του Πανηπειρωτικού Συνεδρίου, ου αποφάσεις παμψηφών, κηρύσσω την επαρχίαν της Χειμάρρας ηνωμένην μετά της άλλης αδικουμένης Ηπείρου υπό την Κυβέρνησιν της Αυτονόμου Ηπείρου και καλώ τους πατριώτας μου να ταχθώσι υπό την υπηρεσίαν της. Οι Μουσουλμάνοι οι οποίοι τυχόν δεν αναγνωρίζουσι το νέον καθεστώς δύνανται ελεύθεροι και εντός τεσσάρων ημερών να αποχωρήσωσι μετά των πραγμάτων τους, αυτοί δε οίτινες θα το αναγνωρίσωσι, θα μείνωσι έχοντες τα αυτά με ημάς δικαιώματα. Ημείς δεν λησμονούμεν ότι ήσαν αδελφοί ημών, οίτινες αλλαξοπίστησαν, έτι δε ως Έλληνες δεν μνησικακούμεν δι’ όσα διέπραξαν εναντίον ημών.
Αι Ελληνικαί αρχαί καταργούνται και αυταί αι οποίαι ελειτούργουν μέχρις σήμερον θα λειτουργούσι εν ονόματι της Αυτονόμου Ηπείρου. Ο Ελληνικός Στρατός ο οποίος πρόκειται αποχωρήσει, θα θεωρείται πάντοτε ο εθνικός ημών στρατός, ον θα περιμένωμεν ως ελευθερωτήν.
Οι αξιωματικοί και οι στρατιώται οίτινες επολέμησαν μεθ’ ημών για τα Ακροκεραύνεια και την Ήπειρον, είναι ελεύθεροι να εκλέξωσι μεταξύ του καθήκοντος της πειθαρχίας και του εθνικού. Δύνανται να μας βοηθήσωσι αλλά δύνανται και να μας φονεύσωσι. Ποτέ όμως δεν θα δεχθώμεν να μας παραδώσουσι δεσμώτας εις τους Αλβανούς.
Σας εξορκίζω Χειμαρριώται να πειθαρχήτε εις τον Αρχηγόν υπακούοντες εις την Αυτόνομον Ήπειρον. Επικαλούμαι την βοήθειαν του Θεού και την ανεγνωρισμένην ανδρεία υμών.
Ζήτω ο Ελληνισμός! Ζήτω η Αυτόνομος Ήπειρος!